Μανώλης Καντάρης: Ένα χρόνο μετά την δολοφονία του, η γυναίκα του ξεσπά
Πέρασε ένας χρόνος από την τραγική μέρα που δολοφονήθηκε ο Μανώλης Καντάρης όταν λίγα μέτρα πιο κάτω από το σπίτι του πήγε να πάρει το αυτοκίνητό του για να πάει την γυναίκα του στο μαιευτήριο να γεννήσει. Τότε δέχθηκε την ληστρική επίθεση τριών...
ανδρών που είχαν βάλει στο μάτι την κάμερα που κρατούσε. Ένα χρόνο μετά η γυναίκα του άτυχου άνδρα, Σιμόνα Βιρτζίλι, μιλά για τον εφιάλτη που έζησε:
«Με αυτό το συμβάν, βλέποντας μπροστά μου νεκρό τον άντρα μου μόλις δύο ώρες πριν γεννήσω, εξάντλησα τα όριά μου. Πλέον δεν έχει μείνει τίποτα ίδιο στη ζωή μου. Επειδή όμως υπάρχουν πίσω μου δύο μωρά, ενός και δυόμισι ετών, απολύτως εξαρτώμενα τώρα από εμένα, όφειλα να παραμείνω φυσιολογικός άνθρωπος. Καταβάλω, λοιπόν καθημερινά τεράστια δύναμη για να είμαι όπως πρέπει απέναντί τους…» σημειώνει η πνευμονολόγος κυρία Βιρτζίλι.
Η ζωή της γυναίκας αυτής άλλαξε από την μία στιγμή στην άλλη… Δύο ώρες πριν την πιο ευτυχισμένη ώρα της ζωής της, αυτής της γέννησης του παιδιού της, έχασε τον σύντροφο της ζωής της για μία βιντεοκάμερα που πουλήθηκε 120 ευρώ στο Μοναστηράκι.
Μετά τη δολοφονία του συζύγου της χρειάστηκε να αφήσει την Αθήνα τον πρώτο καιρό, ώστε να βρει το κουράγιο να κρατηθεί ψύχραιμη.
Στην πορεία άλλαξε γειτονιά και έφυγε από το ανασφαλές κέντρο.
«Δε χρειαζόταν να σκοτώσουν τον Μανώλη. Ήταν άδικο, ανώφελο, να το καταλάβω δεν μπορώ. Όσο και αν αντιστάθηκε, μπορούσαν να τον ακινητοποιήσουν έστω να τον αφήσουν αναίσθητο…», λέει με παράπονο. Όπως δηλώνει θέλει να «δει την έκφραση των δραστών» και να ακούσει την παραδειγματική- θέλει να πιστεύει- τιμωρία τους.
Αυτή η γυναίκα όμως παρ’ όλα όσα πέρασε, έχει το μεγαλείο της ψυχής και την ανωτερότητα να μην αισθάνεται οργή για τους δύο προφυλακισμένους νεαρούς Αφγανούς που έχουν ομολογήσει πως συμμετείχαν στην δολοφονία. Ούτε όμως και για τον τρίτο δράστη, ένας Πακιστανό που καταζητείται και στον οποίο οι άλλοι δύο ρίχνουν την ευθύνη του φόβου.
«Ο θυμός δεν με βοηθά. Είμαι απόλυτα συνειδητοποιημένη για το τι έχει συμβεί. Με ενόχλησε, πάντως, που διάφοροι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν αυτό το τραγικό γεγονός είτε πολιτικά, είτε για να ανεβάσουν την ακροαματικότητα τους. Εγώ δεν θέλω με τίποτα να γίνει βορά για άλλα συμφέροντα η μνήμη του Μανώλη. Ούτε όμως και να φανεί ως ήρωας θέλω. Δεν θα άρεσε αυτό άλλωστε και στον ίδιο, γιατί ήταν ένας αξιοπρεπής οικογενειάρχης. Δούλευε πάρα πολύ σκληρά, ήταν αφιερωμένος στην δουλειά του αλλά και στα τρία παιδιά του.»
«Το τέταρτο παιδί του δυστυχώς δεν το πρόλαβε. Κι όμως περίμενε πώς και πώς την Τρίτη κόρη του, την Εμμανουέλλα που πήρε το όνομά του. Για αυτό και είχε μαζί του εκείνο το πρωινό την βιντεοκάμερα. Για να απαθανατίσει δηλαδή το πρώτο ουά όπως έλεγε της κόρης μας. Όπως είχε κάνει και με τον γιό μας…»
Η επιστολή της ένα χρόνο μετά σε όλους όσους της στάθηκαν και στους οποίους θέλει να πει «ευχαριστώ».
«Λένε ότι ο χρόνος απαλύνει τον πόνο και κλείνει τα τραύματα. Ίσως ο πολύ χρόνος…. Γιατί στην περίπτωση του Μανώλη Καντάρη, που σφαγιάστηκε πριν από ένα έτος στο Κέντρο της Αθήνας για το τίποτα, είναι τόσο φρέσκια η μυρωδιά της αδικίας, που ακόμα με δυσκολία καταφέρνω να συντάξω έστω λίγα λόγια. Χωρίς θυμό και χωρίς αγανάκτηση, με την αίσθηση βουλιάγματος σε μια λίμνη θλίψης… ίσως και αίματος… του δικού του…
Οι φωτεινές ηλιαχτίδες της ζωής είναι αυτά τα δυο παιδάκια που γελάνε και παίζουν και θέλουν να είναι ξέγνοιαστα και να μην φοβούνται. Κανείς μας δεν θέλω να φοβηθεί ξανά. Έχουν τόσο ανάγκη για μια φυσιολογική ζωή, ας μην μάθουν ποτέ πόσο δύσκολο είναι να τους την παρέχουμε.
Χρωστώ ευγνωμοσύνη σε πολλούς από σας, ελπίζω το μεγάλο ευχαριστώ να μην κοιτάζει κατάματα τον χρόνο. Υπήρξα απούσα γιατί δεν μπορούσα να πράξω αλλιώς Πολλή προσπάθεια, μεγάλη κούραση, μεγάλη θλίψη, τεράστιο αίσθημα κενού.
Πολύ μεγάλη όμως και η αγάπη με την οποία απευθύνω αυτό το ευχαριστώ σε όλους τους συμπολίτες μου που έμπρακτα με κάθε τρόπο στάθηκαν στο πλάι της οικογένειάς μου από την πρώτη στιγμή εκείνου του πρωινού…..»
Τέλος σημειώνει «Το χαμόγελο του Μανώλη είναι μέσα μας αλλά μας λείπε απίστευτα…»
ανδρών που είχαν βάλει στο μάτι την κάμερα που κρατούσε. Ένα χρόνο μετά η γυναίκα του άτυχου άνδρα, Σιμόνα Βιρτζίλι, μιλά για τον εφιάλτη που έζησε:
«Με αυτό το συμβάν, βλέποντας μπροστά μου νεκρό τον άντρα μου μόλις δύο ώρες πριν γεννήσω, εξάντλησα τα όριά μου. Πλέον δεν έχει μείνει τίποτα ίδιο στη ζωή μου. Επειδή όμως υπάρχουν πίσω μου δύο μωρά, ενός και δυόμισι ετών, απολύτως εξαρτώμενα τώρα από εμένα, όφειλα να παραμείνω φυσιολογικός άνθρωπος. Καταβάλω, λοιπόν καθημερινά τεράστια δύναμη για να είμαι όπως πρέπει απέναντί τους…» σημειώνει η πνευμονολόγος κυρία Βιρτζίλι.
Η ζωή της γυναίκας αυτής άλλαξε από την μία στιγμή στην άλλη… Δύο ώρες πριν την πιο ευτυχισμένη ώρα της ζωής της, αυτής της γέννησης του παιδιού της, έχασε τον σύντροφο της ζωής της για μία βιντεοκάμερα που πουλήθηκε 120 ευρώ στο Μοναστηράκι.
Μετά τη δολοφονία του συζύγου της χρειάστηκε να αφήσει την Αθήνα τον πρώτο καιρό, ώστε να βρει το κουράγιο να κρατηθεί ψύχραιμη.
Στην πορεία άλλαξε γειτονιά και έφυγε από το ανασφαλές κέντρο.
«Δε χρειαζόταν να σκοτώσουν τον Μανώλη. Ήταν άδικο, ανώφελο, να το καταλάβω δεν μπορώ. Όσο και αν αντιστάθηκε, μπορούσαν να τον ακινητοποιήσουν έστω να τον αφήσουν αναίσθητο…», λέει με παράπονο. Όπως δηλώνει θέλει να «δει την έκφραση των δραστών» και να ακούσει την παραδειγματική- θέλει να πιστεύει- τιμωρία τους.
Αυτή η γυναίκα όμως παρ’ όλα όσα πέρασε, έχει το μεγαλείο της ψυχής και την ανωτερότητα να μην αισθάνεται οργή για τους δύο προφυλακισμένους νεαρούς Αφγανούς που έχουν ομολογήσει πως συμμετείχαν στην δολοφονία. Ούτε όμως και για τον τρίτο δράστη, ένας Πακιστανό που καταζητείται και στον οποίο οι άλλοι δύο ρίχνουν την ευθύνη του φόβου.
«Ο θυμός δεν με βοηθά. Είμαι απόλυτα συνειδητοποιημένη για το τι έχει συμβεί. Με ενόχλησε, πάντως, που διάφοροι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν αυτό το τραγικό γεγονός είτε πολιτικά, είτε για να ανεβάσουν την ακροαματικότητα τους. Εγώ δεν θέλω με τίποτα να γίνει βορά για άλλα συμφέροντα η μνήμη του Μανώλη. Ούτε όμως και να φανεί ως ήρωας θέλω. Δεν θα άρεσε αυτό άλλωστε και στον ίδιο, γιατί ήταν ένας αξιοπρεπής οικογενειάρχης. Δούλευε πάρα πολύ σκληρά, ήταν αφιερωμένος στην δουλειά του αλλά και στα τρία παιδιά του.»
«Το τέταρτο παιδί του δυστυχώς δεν το πρόλαβε. Κι όμως περίμενε πώς και πώς την Τρίτη κόρη του, την Εμμανουέλλα που πήρε το όνομά του. Για αυτό και είχε μαζί του εκείνο το πρωινό την βιντεοκάμερα. Για να απαθανατίσει δηλαδή το πρώτο ουά όπως έλεγε της κόρης μας. Όπως είχε κάνει και με τον γιό μας…»
Η επιστολή της ένα χρόνο μετά σε όλους όσους της στάθηκαν και στους οποίους θέλει να πει «ευχαριστώ».
«Λένε ότι ο χρόνος απαλύνει τον πόνο και κλείνει τα τραύματα. Ίσως ο πολύ χρόνος…. Γιατί στην περίπτωση του Μανώλη Καντάρη, που σφαγιάστηκε πριν από ένα έτος στο Κέντρο της Αθήνας για το τίποτα, είναι τόσο φρέσκια η μυρωδιά της αδικίας, που ακόμα με δυσκολία καταφέρνω να συντάξω έστω λίγα λόγια. Χωρίς θυμό και χωρίς αγανάκτηση, με την αίσθηση βουλιάγματος σε μια λίμνη θλίψης… ίσως και αίματος… του δικού του…
Οι φωτεινές ηλιαχτίδες της ζωής είναι αυτά τα δυο παιδάκια που γελάνε και παίζουν και θέλουν να είναι ξέγνοιαστα και να μην φοβούνται. Κανείς μας δεν θέλω να φοβηθεί ξανά. Έχουν τόσο ανάγκη για μια φυσιολογική ζωή, ας μην μάθουν ποτέ πόσο δύσκολο είναι να τους την παρέχουμε.
Χρωστώ ευγνωμοσύνη σε πολλούς από σας, ελπίζω το μεγάλο ευχαριστώ να μην κοιτάζει κατάματα τον χρόνο. Υπήρξα απούσα γιατί δεν μπορούσα να πράξω αλλιώς Πολλή προσπάθεια, μεγάλη κούραση, μεγάλη θλίψη, τεράστιο αίσθημα κενού.
Πολύ μεγάλη όμως και η αγάπη με την οποία απευθύνω αυτό το ευχαριστώ σε όλους τους συμπολίτες μου που έμπρακτα με κάθε τρόπο στάθηκαν στο πλάι της οικογένειάς μου από την πρώτη στιγμή εκείνου του πρωινού…..»
Τέλος σημειώνει «Το χαμόγελο του Μανώλη είναι μέσα μας αλλά μας λείπε απίστευτα…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου